22 Σεπ 2009

UP - Το όνειρο και η αλήθεια

Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Το UP, τελευταίο πόνημα των Pixar Animation Studios, είναι αφιερωμένο στη ζωή. Στη ζωή του τώρα, της στιγμής, στην αληθινή ζωή. Όσοι από εμάς ξεχάσαμε να ζούμε, ας δούμε αυτή την ταινία, ξανά και ξανά. Με το βλέμμα στραμμένο στο πραγματικό νόημα της ζωής, το UP ασκεί συνάμα ριζική κριτική στο σύγχρονο δυτικό τρόπο σκέψης και δράσης. Σύμφωνα με την επικρατούσα κοσμοθεωρία, ο χρόνος δεν βιώνεται άμεσα και αδιαμεσολάβητα, αλλά αποτελεί απλώς τον καμβά, πάνω στον οποίο σχεδιάζουμε το μέλλον, προγραμματίζοντας και επιχειρώντας.

Όλοι οι ήρωες της ταινίας μας θέτουν δυσπρόσιτους για τα δεδομένα τους και παραπειστικούς στόχους: εξερευνήσεις σε απόμακρα μέρη, κυνήγι δυσεύρετων πλασμάτων, συλλογή πολλαπλών παρασήμων. Παράλληλα, ο χρόνος περνάει αναξιοποίητος. Η έννοια της αξιοποίησης του χρόνου δεν πρέπει να νοείται ως μια αδιέξοδη και συχνότατα μανιώδη συλλογή εμπειριών και παραστάσεων, αλλά ως η διαδικασία σφυρηλάτησης του εαυτού, μέσω της δεκτικότητας και της αδιάλειπτης διατήρησης ανοικτών διαύλων με τους άλλους, το «έξω» και το «παραπέρα». Η διαδικασία αυτή ενέχει και ένα σημαντικό ρίσκο, καθότι η απροσδιοριστία αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό του φυσικού και πολιτισμικού κόσμου.

Ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος πορεύεται υπό την ηγεμονία του εργαλειακού λόγου: θεόρατα και απρόσωπα κτίρια αντί για ανθρώπινα κατοικίες, νίκη επί του αντιπάλου με κάθε κόστος, υποταγή των μέσων στο σκοπό, κερδοφορία, ρομποτοποίηση και υπερεκμετάλλευση φύσης και ανθρώπων. Το ταξίδι προς την ανύπαρκτη Ιθάκη γίνεται τραυματική εμμονή και δέσμευση. Το UP αφηγείται με γλυκό τρόπο πως οι (αυθεντικές) διαπροσωπικές σχέσεις επανεισάγουν στο βίο την ανθρώπινη κλίμακα. Και δείχνει πως αντί να κοιτάμε αποκλειστικά προς τα μπροστά, θα πρέπει να στρέφουμε συγκαταβατικά το κεφάλι μας και προς το διπλανό μας.

4 Σεπ 2009

Inglourious Basterds - Ολισθηρή ανορθογραφία

Το ανορθόγραφο Inglourious Basterds του Κουέντιν Ταραντίνο είναι παρωδία, που πρέπει να τύχει σοβαρής προσέγγισης. Μια δράκα αστείων στην όψη αμερικανών μειρακίων, εβραϊκής καταγωγής, αναλαμβάνουν την αποστολή εξόντωσης (τουλάχιστον) 100 ναζί έκαστος, στην κατεχόμενη κατά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο Γαλλία. Ο στόχος θα επιτευχθεί, όπως είναι φυσικό, με πλάγια μέσα, αντάρτικου χαρακτήρα. Κανείς βέβαια δεν περιμένει από τον Ταραντίνο αληθοφάνεια, όπως λ.χ. κάνει ο Σπίλμπεργκ στη «Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν», αναπαριστώντας την απόβαση των συμμάχων στη Νορμανδία. Βρισκόμαστε –όπως πάντα- στον αστερισμό της grandeur.

Ο Ταραντίνο ωστόσο παίζει επικίνδυνο παιχνίδι. Πολλοί βασικοί χαρακτήρες του παραπέμπουν σε αληθινά πρόσωπα, όπως τον Χίτλερ, τον Γκαίμπελς και τον Τσώρτσιλ. Παρότι κατονομάζονται ρητώς, τα πρόσωπα αυτά παρουσιάζονται ως καρικατούρες. Αντιθέτως, τα –ανυπόστατα από ιστορικής πλευράς- μεσαία ναζιστικά στελέχη επιδεικνύουν μια άκρως τρομοκρατική ικανότητα σκέψης και επιβολής. Ο ναζισμός είχε αποκρουστικές πλευρές, οι οποίες, σύμφωνα με μια λειψή αντίληψη, δεν αποδίδονται στις περιγραφόμενες ως αφελείς ή και γελοίες κορυφές της ιεραρχίας, αλλά στους κατώτερους αξιωματικούς.

Για να διατηρήσει το ενδιαφέρον των θεατών και να δημιουργήσει ένα πλαίσιο αντιπαράθεσης, ο Ταραντίνο προσδίδει εξωπραγματική ευφυΐα σε όσους κάνουν τη «βρώμικη» δουλειά, αλλά παράλληλα καταφεύγει στη γελοιοποίηση των ιστορικών πρωταγωνιστών του χιτλερικού καθεστώτος, ίσως για να μην κατηγορηθεί για φιλοναζισμό ή κρυπτοφασισμό.

Τα όρια των ταινιών του Ταραντίνο αναδεικνύονται έντονα. Η αντίστιξη ανάμεσα στη μοχθηρία των αξιωματικών και την αφέλεια-φαιδρότητα των επικεφαλής δεν λειτουργεί. Ο Ταραντίνο ψάχνει άξιο αντίπαλο για τους πρωταγωνιστές του, αγνοώντας ή διαστρεβλώνοντας όχι μόνο ιστορικά δεδομένα, αλλά και την κοινή λογική. Χρησιμοποιεί αποκλειστικά ως δόλωμα γνωστά τοις πάσι ονόματα, αλλά η ταινία του θα μπορούσε κάλλιστα να αφορά στη διμοιρία των Τούτσι που θέλει να εκδικηθεί τους στρατιώτες Χούτου στη Ρουάντα. Το επιπλέον στοιχείο της εμφάνισης του Χίτλερ εντάσσεται στους Μπάσταρδους για καθαρά «επικοινωνιακούς» λόγους.

Εξάλλου, στην ταινία μας, η εκδίκηση μέσω της θανάτωσης των ναζί είναι μια απρόσωπη κι ουσιαστικά απάνθρωπη τιμωρία, σε βαθμό που κάνει ακόμα και συμπαθή τα θύματα των εβραίων κομάντο. Σύμφωνα με τον Ταραντίνο, μια φορά ναζί, για πάντα ναζί, κατά το σχήμα που οδήγησε και πολλούς εκχριστιανισμένους εβραίους στην πυρά. Αλλά και γενικότερα οι εξωδικαστικές και εκτός πλαισίου μάχης εκτελέσεις είναι απεχθείς, απ’όποιον κι αν πραγματοποιούνται και για οποιοδήποτε λόγο. Στην ταινία το αναποδογύρισμα των ρόλων (εβραίοι=θύματα, ναζί=θύτες) μειώνει σε βαθμό επικίνδυνο την -κατά τα άλλα- χαώδη απόσταση των εβραίων από τους ναζί. Σας εξολοθρεύουμε σαν ποντίκια εγκλωβισμένα στη φάκα, όπως μας σκοτώνατε σαν αρουραίους παγιδευμένους στο υπόγειο. Θύτης και θύμα γίνονται ένα δια της ταυτότητας των μεθόδων και της μανίας εξολόθρευσης.

Πιο ενδιαφέρον και λιγότερο ολισθηρό είναι το μέρος της ταινίας που αφορά στη «σινεφαγία» του σκηνοθέτη. Μεγάλο τμήμα της ταινίας διαδραματίζεται σε ένα κινηματογράφο, οι σινεφιλικές αναφορές, όπως πάντα, είναι αμέτρητες, ταινίες και σκηνοθέτες καταλαμβάνουν σημαντική θέση στην πλοκή. Ο Ταραντίνο πάει λίγο παραπέρα, χρησιμοποιώντας τα φιλμ τα ίδια ως μέσο εκδίκησης. Δεν του αρκεί που ξαναγράφει κινηματογραφικά την ιστορία, θέλει να αντιπαρατεθεί εκ των υστέρων με τη ναζιστική προπαγάνδα και να εξολοθρεύσει τους «κακούς» με τις μπομπίνες των φιλμ. Η τέχνη στην υπηρεσία «ευγενών» πρακτικών σκοπών.