Αν και αδυνατεί ή δεν θέλει να προσδώσει ενιαία αισθητική γραμμή στο φιλμ του ο Οζόν, που υπογράφει και το σενάριο, καταφέρνει εντούτοις να διατηρήσει ένα σταθερό αφηγηματικό ρυθμό, γεγονός δηλωτικό των αδιαμφισβήτητων σκηνοθετικών του αρετών. Το έργο ωστόσο πάσχει σεναριακά, όχι σε επίπεδο διαλόγων, αλλά σε ό,τι αφορά στη γενικότερη στόχευση. Σύγχρονο τρομακτικό παραμύθι που περιγράφει την ενηλικίωση και τη διαδικασία αυτογνωσίας δύο μετεφήβων ; Θα μπορούσε, αλλά εξ όσων γνωρίζω, στα παραμύθια η συνάντηση ή η διαπάλη με το κακό προϋποθέτει μια άσπιλη ψυχή, αθωότητα. Οι δύο «εραστές», όντας ήδη λερωμένοι με το στίγμα του φόνου, έρχονται αντιμέτωποι στο δάσος μ'ένα «εξωκόσμιο» ον, που θα μπορούσε να τους ωθήσει μ’έναν απολύτως λειτουργικό και καταλυτικό ρόλο στο να αναγνωρίσουν έμπρακτα το μέγεθος της τερατωδίας που διέπραξαν.
Θα ξεφεύγαμε έτσι από το σύμπαν του Χάνσελ και της Γκρέτελ και θα ερχόμασταν πιο κοντά σε μια χριστιανικού τύπου ηθική, στα χνάρια σκηνοθετών σαν τον Σκορσήζ. Το άστοχο και «συναισθηματικό» κλείσιμο της ταινίας αποκαλύπτει πειστικότατα την αμφιταλάντευση του Οζόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου