Όλοι οι μεγάλοι σκηνοθέτες είναι κατά μία έννοια ουμανιστές. Η μελέτη σε βάθος των ανθρώπινων παθών, η έγνοια για τους άλλους, για τα λάθη και τα μυστικά τους, προηγούνται της δημιουργίας. Ακόμα και οι ταινίες εναντίον των οποίων εκτοξεύονται κατηγορίες για κυνισμό ή μισανθρωπία, όπως το «Funny Games» ή το «Dog Days», κρύβουν βαθιά μέσα τους μια θετική αντίληψη για τον άνθρωπο. Η κριτική, η καταγγελία ή και η εξέγερση κατά της παρούσας κατάστασης βασίζεται σε μια γενικότερη ευνοϊκή θεώρηση για τις πραγματικές δυνατότητες του ανθρώπινου όντος, τις οποίες φροντίζει το ίδιο να διαψεύδει. Υπάρχουν φυσικά και ταινίες του Ακίρα Κουροσάβα ή του Μάικ Λι, οι οποίες αντανακλούν ξεκάθαρα τον ουμανισμό των δημιουργών τους. Σε αυτή την κατηγορία θεωρώ ότι θα πρέπει να κατατάξουμε το νεαρό Φατίχ Ακίν.
Στην τελευταία ταινία του, «Στην άλλη πλευρά» (ή «Η άκρη του ουρανού»), η περιγραφή των ανθρώπινων αδυναμιών και προβλημάτων γίνεται με αγάπη και απεριόριστη κατανόηση. Η ουμανιστική αυτή προσέγγιση θα πρέπει να σχετίζεται με την ιδιαίτερη προσωπική ιστορία του Ακίν. Γιος Τούρκων μεταναστών στη Γερμανία, γεννημένος στο Αμβούργο, ο Ακίν φέρνει κοντά τις δύο διαφορετικές χώρες δίνοντας έμφαση στις αναλογίες και στις ομοιότητες των κατοίκων τους. Η εμμονή στην «τουρκικότητα» ή αντίστοιχα στη «γερμανικότητα» αποκρύπτει το θεμελιωδέστερο γεγονός της ταυτότητας των παθών και των λαθών των Τούρκων, των Γερμανών ή και των Ελλήνων. Ο Ακίν βάζει επίσης στο στόχαστρο τη μηχανιστική αντίληψη των προοδευτικών Ευρωπαίων : η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα βελτιώσει την πολιτική και κοινωνική κατάσταση εκεί, ενώ και τα ανθρώπινα δικαιώματα θα γίνουν σεβαστά.
Για τον Ακίν, σπουδαιότερη είναι η συγκίνηση που προσφέρει ένα έργο τέχνης, η δύναμη που εν προκειμένω διαθέτει ένα απλό βιβλίο. Στην καναδική ταινία «η Επέλαση των Βαρβάρων», ο υιός επανέκαμπτε στο πλευρό του θνησιμαίου πατέρα κάνοντας το παν για να ανακουφίσει τις τελευταίες του στιγμές. Ουσιαστικά εξαγόραζε τις ενοχές του, έστω κι αν έβγαινε σοφότερος εν τέλει από όλη τη διαδικασία. Ο Ακίν δεν είναι κοσμοπολίτης : το ταξίδι του νεαρού καθηγητή στα βάθη της Ανατολίας προς αναζήτηση του αποκηρυγμένου πατέρα αποτελεί ουσιαστικά ένα ανάλογο του ταξιδιού του Τζακ Νίκολσον στο «Επάγγελμα Ρεπόρτερ». Δεν υπάρχει τέλος στο ταξίδι, τα πάντα αιωρούνται σε εκκρεμότητα, και μόνο η αναζήτηση της ρίζας μετράει, ως αντίδοτο στην αβεβαιότητα. Η θάλασσα, ως απώτατο σημείο της διαδρομής, αλλά και ως πεδίο που διανοίγει απεριόριστες δυνατότητες, μπορεί να κρύβει μια φουρτούνα για το έμπειρο μάτι, αλλά προσφέρει στην παρούσα στιγμή ένα θαυμαστό θέαμα που ηρεμεί το μακρινό ταξιδιώτη.
Για τον Ακίν, σπουδαιότερη είναι η συγκίνηση που προσφέρει ένα έργο τέχνης, η δύναμη που εν προκειμένω διαθέτει ένα απλό βιβλίο. Στην καναδική ταινία «η Επέλαση των Βαρβάρων», ο υιός επανέκαμπτε στο πλευρό του θνησιμαίου πατέρα κάνοντας το παν για να ανακουφίσει τις τελευταίες του στιγμές. Ουσιαστικά εξαγόραζε τις ενοχές του, έστω κι αν έβγαινε σοφότερος εν τέλει από όλη τη διαδικασία. Ο Ακίν δεν είναι κοσμοπολίτης : το ταξίδι του νεαρού καθηγητή στα βάθη της Ανατολίας προς αναζήτηση του αποκηρυγμένου πατέρα αποτελεί ουσιαστικά ένα ανάλογο του ταξιδιού του Τζακ Νίκολσον στο «Επάγγελμα Ρεπόρτερ». Δεν υπάρχει τέλος στο ταξίδι, τα πάντα αιωρούνται σε εκκρεμότητα, και μόνο η αναζήτηση της ρίζας μετράει, ως αντίδοτο στην αβεβαιότητα. Η θάλασσα, ως απώτατο σημείο της διαδρομής, αλλά και ως πεδίο που διανοίγει απεριόριστες δυνατότητες, μπορεί να κρύβει μια φουρτούνα για το έμπειρο μάτι, αλλά προσφέρει στην παρούσα στιγμή ένα θαυμαστό θέαμα που ηρεμεί το μακρινό ταξιδιώτη.
4 σχόλια:
Το να τονίσουμε τον ουμανισμό του Φατίχ Ακίν, μία ιδιότητα δηλαδή που όπως λες κι εσύ απαντάται σε όλους σχεδόν τους μεγάλους σκηνοθέτες, είναι απόδειξη μιας βασικής έλλειψης. Καλός σκηνοθέτης μεν αλλά δε θα βρούμε στα έργα του κανένα καινούριο κινηματογραφικό μοτίβο ή κάποιον ιδιαίτερο πειραματισμό. Καλή ταινία (αν και την έχουμε ξαναδεί (και στη δικιά του Gegen die Wand, και σε άλλους) Καλό σενάριο (αν και το έχουμε ξαναδιαβάσει και σε αυτόν και σε άλλους). Ο Φατίχ Ακίν δεν θα κάνει δική του σχολή, παρόλο που ήδη έχει φτιάξει τη δική του θεματική.
Αυτό δε σημαίνει ότι είναι ένας μέτριος σκηνοθέτης.
Το κυρίαρχο στοιχείο σε όλες του τις ταινίες είναι διπλή γερμανοτουρκική του εμπειρία. Ούτε τελείως τούρκος, ούτε εντελώς γερμανός. Πόσοι από εκατομμύρια των Τούρκων που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε γερμανική επικράτεια έχουν τις ίδιες εμπειρίες με τους ήρωες του Ακίν; Πολλοί. Πόσοι από τα εκατομμύρια των Τούρκων που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε γερμανική ή άλλη επικράτεια έχουν τις ίδιες ανησυχίες με τον Ακιν; Ελάχιστοι. Ο Ακιν είναι εγκλωβισμένος μέσα στη διπλή του ταυτότητα. Αντί όμως να παλέψει να βγει κάθεται και το απολαμβάνει. Και μας δίνει μερικές πολύ καλές ταινίες. Είναι ουμανιστής; Δε θα μπορούσε να είναι κι αλλιώς. Αγαπάει τους ανθρώπους; Σαφώς. Γιατί αν δεν αγαπούσε τους ξένους δε θα μπορούσε να αγαπήσει τον εαυτό του. Έχει τον ξένο μέσα του.
Αν καταφέρει να σπάσει την γερμανοτουρκική αλυσίδα του μπορεί ο Φατίχ Ακιν να μας δώσει πολύ μεγάλες ταινίες στο μέλλον. Αν πάλι το μόνο που έχει να κομίσει είναι η διπλή του ταυτότητα τότε ας μείνει καθηλωμένος. Γιατί ξέρει να την αναπτύσσει πολύ καλά.
Υ.Γ. Υπάρχει ένας μεγάλος σκηνοθέτης που δεν είναι ουμανιστής, παρά μισάνθρωπος και σκοταδόψυχος. Ο Λαρς φον Τρίερ. Εκτός αν το πάρουμε απόφαση ότι δεν είναι μεγάλος σκηνοθέτης!
Αγαπητή Χαριτίνη,
Ο Ακίν συμμετέχει σύμφωνα με το imdb.com στην ταινία-αφιέρωμα στη Νέα Υόρκη, «New York, I love you» μαζί με άλλους αμερικανούς και μη σκηνοθέτες (ανάμεσά τους, Αντρέι Ζβιαγκίντσεφ, αλλά και Νάταλι Πόρτμαν και Σκάρλετ Γιοχάνσον!). Αυτή η μικρού μήκους θα είναι ένα πρώτο δείγμα γραφής. Κι εγώ περιμένω να δω πού το πάει, αλλά μην ξεχνάς ότι είναι νεότατος. Οι πρώτες ταινίες ορισμένων τεράστιων ονομάτων, απέχουν πολύ από τα αριστουργήματα που γύρισαν όταν ωρίμασαν καλλιτεχνικά (π.χ. Αντονιόνι, Μπέργκμαν). Δεν υπάρχει βέβαια καμιά εγγύηση ότι ο Ακίν θα βελτιωθεί ή ότι θα παραμείνει στάσιμος ή ακόμα και εγκλωβισμένος. Προσπαθώ να τον κρίνω στην παρούσα φάση και σε αμιγώς κινηματογραφικό επίπεδο. Η αγάπη και η κατανόηση με την οποία περιβάλλει τους ήρωές του μου τράβηξε την προσοχή ως το κατεξοχήν διαφοροποιητικό από άλλες ταινίες στοιχείο και γι’αυτό το λόγο εστίασα σε αυτό. Υπάρχουν σκηνοθέτες που βλέπουν τα πράγματα από το ύψος της ιστορίας (Αγγελόπουλος) ή υποκαθιστούν το «βλέμμα του Θεού» (π.χ. ο Σκορσήζ στο «Καζίνο»). Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ουμανιστές ή αντίθετα ότι είναι απάνθρωποι ή μισάνθρωποι. Έχουν άλλωστε καταγραφεί διηγήσεις ηθοποιών και συνεργατών σχετικά με ορισμένους σκηνοθέτες, που κάνουν λόγο για τυράννους στο πλατό. Αλλά και πάλι οι μαρτυρίες π.χ. για τον Κιούμπρικ είναι αντιφατικές, οπότε θα πρέπει να διαχωρίζουμε τον άνθρωπο από τον καλλιτέχνη, όσο κι αν ο διαχωρισμός αυτός είναι αδιαμφισβήτητα εν μέρει τεχνητός.
ΥΓ : Η γνώμη μου για τον (καθολικό!) Φον Τρίερ δεν είναι και η καλύτερη!
Έίδα πρόσφατα την ταινία στο βίντεο, εξ ου και το καθυστερημένο σχόλιο. Η πρώτη του ταινία "Ποτέ μαζί" που είχα δει στον "Μικρόκοσμο" με είχε ενθουσιάσει για τη μαστοριά του σεναρίου, τις συνεχείς ανατροπές της πλοκής, το πάθος των ερμηνειών και της κάμερας, αλλά και, όπως σωστά λέτε, για το -εσωτερικό και εξωτερικό- ταξίδι αναζήτησης ταυτότητας μεταξύ Τουρκίας και Γερμανίας.
Βρήκα τα ίδια στοιχεία και στην "Άκρη του Ουρανού", αλλά δεν ενθουσιάστηκα εξίσου. Κρατάω το κάπως σκληρό, αλλά μάλλον πραγματικό, μήνυμα της ταινίας ότι δεν γίνεται να οχυρώνεσαι πίσω από μία καταγωγή ή ταυτότητα σε μία ξένη χώρα και να συνεχίζεις να ζεις εθελοτυφλώντας για τα νέα δεδομένα σαν να μην είχες φύγει ποτέ από τη δική σου.
Έτσι βλέπουμε την Τουρκία να ξεβράζει τους Γερμανούς (ζωντανούς ή νεκρούς) και τη Γερμανία τους Τούρκους, όπως το σώμα τα ξένα σώματα. Μόνο ο πρωταγωνιστής, Τούρκος καθηγητής γερμανικών, (ίσως και η Χάνα Σιγκούλα - εκπληκτική ως μάνα της Γερμανίδας φοιτήτριας) επιβιώνει μέχρι τέλους χάρη στην προσαρμοστικότητά του και την τίμια, συγκινητική του προσπάθεια να παντρέψει τις δύο του ταυτότητες.
Ο Ακίν (ή Ακάν?) παραμένει ένας πολύ αξιοπρόσεχτος σκηνοθέτης και σίγουρα μία ιδιαίτερη περίπτωση δημιουργού που αξίζει να παρακολουθούμε από κοντά.
Αμαρτία λεγομένη, η μισή συγχωρεμένη:
Δεν έχω δει (ακόμα) το "Μαζί ποτέ"!
Δημοσίευση σχολίου