Στην ταινία δίνεται η εντύπωση ότι ανάμεσα στο λευκό κύκνο-Οντέτ και τον μαύρο κύκνο-Οντίλ υπάρχει τέτοια αντίθεση, ώστε ο ένας ρόλος να φαντάζει απλός αν όχι εύκολος στο παίξιμο, ενώ ο δεύτερος να αποτελεί μια δυσπρόσιτη καλλιτεχνική κορυφή, όπου ο ερμηνευτής-χορευτής θα πρέπει να δώσει όλο του το είναι, να ψάξει στα μύχια της ψυχής του για να αντλήσει από εκεί τη δύναμη να παραστήσει το κακό. Ωστόσο, η εμπειρία δείχνει ότι οι απλοί, «καθαροί», καθημερινοί ρόλοι είναι και οι πιο δύσκολοι.
Αντί για μια απεγνωσμένη προσπάθεια ταύτισης με ένα ρόλο που ξεπερνά την πρωταγωνίστρια, ιδιοσυγκρασιακά και ψυχολογικά, η ταινία μπορεί να ερμηνευτεί ως εξής: η διαρκής επαφή της χορεύτριας με ένα «σκοτεινό» ρόλο τη φέρνει αντιμέτωπη με το κενό της δικής της ύπαρξης, ωθώντας την στις φαντασιώσεις, την αυτοϊκανοποίηση, τους αυτοτραυματισμούς, ακόμα και στην ψυχωτική επινόηση μιας «δίδυμης» παρουσίας. Κουρασμένη όχι από την επίπονη προπόνηση, τις στερήσεις, τον ασκητισμό, αλλά από την ανία και «μη ουσία» της δικής της ύπαρξης, η Νίνα, θα αντλήσει από το ρόλο της για να προσδώσει ψήγματα νοήματος στην καθημερινότητά της.
Πρόκειται για μια αντιστροφή των πόλων: ενώ συνήθως ο καλλιτέχνης καλείται να γεμίσει ένα ρόλο, παρασταίνοντας κάτι που δεν υπάρχει, στο Μαύρο Κύκνο, ο ρόλος υποστασιοποιείται και παίρνει τα ηνία της πραγματικότητας, προσδίδοντας χρώμα και ποικιλία σε μια άχαρη ζωή. Ο μαύρος κύκνος αποκτά υλική διάσταση, εμποτίζοντας τη χορεύτρια, κάνοντάς την να χάσει τον αυτοέλεγχο και να αφεθεί στην αγκαλιά του «κτήνους».
Οι δύο κόσμοι μπερδεύονται στο μυαλό της Νίνα, σε σημείο που ο διαχωρισμός τους καθίσταται άνευ σημασίας για το θεατή. Το δοχείο ωστόσο που πρέπει να γεμίσει με το μαύρο μάγμα της άυλης ύπαρξης είναι εύθραυστο. Ο Αρονόφσκι τοποθετεί εαυτόν στην πλευρά των χαμένων, των αδύναμων, που προσδοκούν παρόλα αυτά την ανά(σ)ταση, έτοιμοι να καταβάλουν κάθε τίμημα. Μονήρεις, επιδιώκουν την αναγνώριση από έναν κόσμο, που τους τιμά μεν, αλλά όχι όπως θα έπρεπε. Οι επιθυμίες τους είναι πολύ μεγάλες για τις δυνάμεις τους. Είτε στην αρχή της διαδρομής τους, είτε στο τέλος της, οι ήρωες του Αρονόφσκι δεν έχουν ζωή.